Αμερικανικα ξυλα
στις ΗΠΑ, τον μεγαλύτερο παραγωγό σκληρής ξυλείας στον κόσμο, η αναφύτευση έχει τον ρυθμό των 6.000.000 νέων δέντρων την ημέρα!!
Και έτσι σήμερα υπάρχει στη χώρα αυτή 70% περισσότερο δάσος σκληρής ξυλείας, απ' ότι πριν από 40 χρόνια. Στη Σουηδία και στην Φινλανδία, τις μεγαλύτερες παραγωγές ξυλείας στην Δυτική Ευρώπη, η ανάπτυξη των δασών έχει ρυθμό 10% μεγαλύτερο του ρυθμού υλοτόμησης, με κύκλο ζωής του εμπορικού ξύλου τα 70 - 120 χρόνια.
Φυσικά δεν είναι όλα ρόδινα στον πλανήτη μας. Η καταλήστευση των τροπικών δασών το μαρτυρά και στην χώρα μας. Αλλού υπάρχει ορθολογική διαχείριση, αλλού όχι. Η καταστροφή των δασών του Αγίου Όρους και του Άθωνα καθώς και σημαντικών τμημάτων της ελληνικής Ροδόπης είναι τα χειρότερα παραδείγματα.
Τα κομμένα, λοιπόν δέντρα, κόβονται ή ντανιάζονται είτε σαν αξεφάρδιστα (δηλ. με φλοιό στα χόντρητά τους), είτε σαν ξεφαδισμένα (με περισσότερα δηλαδή κοψίματα, γίνονται καθαρές τάβλες σε όλες τους τις πλευρές).
Ακολουθεί ο αερισμός και η ξήρανση, η οποία μπορεί να γίνει είτε με φυσικό - τρόπο (που διαρκεί μέχρι και 4 χρόνια), είτε τεχνητά (σε ξηραντήρια), με χρόνο ξήρανσης 7 έως 10 ημέρες.
Τίποτα σχεδόν δεν μένει ανεκμετάλλευτο από ένα κομμένο δέντρο. Η κορυφή μετατρέπεται συνήθως σε καυσόξυλα, ενώ το πιο κάτω από την κορυφή τμήμα του κορμού έχει πολλές διακλαδώσεις και χρησιμοποιείται για την παραγωγή κυτταρίνης και κόντρα - πλακέ. Το ακόμα πιο κάτω τμήμα έχει επίσης πολλές διακλαδώσεις, γι' αυτό και κόβεται μόνο σε απλά, ορθογωνισμένα ξύλα. Τα δε μεσαία και τα κατώτερα μέρη του κορμού, είναι αυτά που μπορούν να κοπούν σε σανίδες, κορδόνια και πήχεις, δηλαδή είναι αυτά που δίνουν τα υλικά στους ξυλουργούς, επαγγελματίες και ερασιτέχνες.
Ανάλογα με το είδος του δέντρου, το τμήμα του κορμού και το σκοπό για τον οποίον προορίζεται το υλικό, εφαρμόζονται διάφορες μέθοδοι κοπής, Παρατηρώντας την κυκλική, εγκάρσια τομή ενός κορμού, βλέπουμε εξωτερικά το φλοιό, στο κέντρο την λεγόμενη καρδιά ή ψίχα και ενδιάμεσα τους δακτυλίους που φανερώνουν την ηλικία του δέντρου. Οι βασικοί τρόποι με τους οποίους κόβεται ένας κορμός είναι ή "κατά την ακτίνα" ή "κατά τη χορδή" του κύκλου. Τα σύγχρονα πριονιστήρια, λειτουργούν με απόλυτη ακρίβεια κοπής και προσφέρουν πλήρη αξιοποίηση του υλικού.
Πως χαρακτηρίζονται οι διάφοροι τύποι ξυλείας, ανάλογα με το πάχος:
Σκουρέτια: Με πάχος από 1 έως 1,2 εκ.
Μισόταβλες: Με πάχος από 1,8 έως 2 εκ.
Τάβλες ή σανίδες: Με πάχος από 2,5 έως και σε πλάτη 8 - 10 - 12 - 15 εκ. ή και μεγαλύτερα.
Ποντισέλια: Με πάχος 3 έως και 4 εκ.
Πόντοι: Με πάχος 4 έως και 5 εκ.
Παχοσανίδες ή μαδέρια: Με πάχος 5 έως 7 εκ.
Καδρόνια ορθογώνιας ή τετραγωνικής διατομής: Με μια πλευρά 20 εκ. ή και περισσότερο. Συνηθισμένες διατομές 20Χ26 εκ. μέχρι και 30 εκ. η μεγαλύτερη πλευρά.
Τα μήκη για την πριονιστική (πριστή) ξυλεία κυμαίνονται συνήθως μεταξύ τεσσάρων και έξι μέτρων.
3. Αμερικάνικα ξύλα
Πιτσπαϊν - Pitch Pine (Pinus Palustris)
Φύεται στις Δυτικές ΗΠΑ. Μολονότι στη διεθνή αγορά έχει και άλλα εμπορικά ονόματα, στη χώρα μας η εμπορική του ονομασία είναι μόνο "πιτς πάϊν". Έχει χρώμα πορτοκαλί έως κόκκινο καφέ και είναι ρητινώδες. Ημέση πυκνότητά του είναι 0,67 (660 - 690 κιλά/μ³).
Το "πιτς πάϊν" είναι γενικά δυνατότερο και βαρύτερο από τα υπόλοιπα εν χρήσει μαλακά ξύλα. Ξηραίνεται αρκετά αργά και έχει την τάση να σκίζεται. Φυραίνει πολύ, αλλά σαν ξύλο είναι γνωστό για την σταθερότητά του, όταν έχει ξηρανθεί με σωστή διαδικασία. Σε ότι αφορά στις μηχανικές του ιδιότητες, κατατάσσεται στην ίδια κατηγορία με το "όρεγκον πάϊν" και το άγριο πεύκο.
Δουλεύεται αρκετά δύσκολα και το ξηραμένο σωστά ξύλο δίνει λεία επιφάνεια αν και το ρετσίνι ενίοτε δημιουργεί προβλήματα. Καρφώνεται και βιδώνεται καλά, κολλιέται αρκετά καλά και δίνει ικανοποιητικά αποτελέσματα με βερνίκια στο τελικό του φινίρισμα.
Το "πιτς πάϊν" χρησιμοποιείται κατεξοχήν στις οικοδομικές κατασκευές στις Δυτικές ΗΠΑ. Οι καλλιεργούμενες ποικιλίες χρησιμοποιούνται για χαρτοπολτό. Από το ρετσίνι του κατασκευάζονται μεγάλες ποσότητες νεφτιού. Στη χώρα μας χρησιμοποιείται σαν οικοδομική ξυλεία (κουφώματα) στην επιπλοποιία, στη ναυπηγική και για ελαφρά πατώματα, σαν επένδυση ρομποτέ για τοίχους και ταβάνια και σαν διακοσμητικός καπλαμάς, με την ονομασία "καρολάϊν πάϊν".
Ορεγγκον Πάϊν - Douglas Fir (Pseudotsuga Menziesll)
Φύεται στις Δυτ. ΗΠΑ και Καναδά. Καλλιεργείται στο Ην. Βασίλειο, Νέα Ζηλανδία και Αυστραλία. Στις περιοχές όπου είναι αυτοφυές συχνά μεγαλώνει σε ύψος έως και 50μ. και με πάχος κορμού έως 1,5μ. Πολλές φορές δεν έχει καθόλου κλαδιά έως ύψος 30μ. . Συνήθως διατίθεται ξεφαρδισμένο σε πάχη έως 100 χλσ. , πλάτος έως 300 χλσ. και μήκη 4,2μ. με 4,8μ. Γενικώς εξάγεται σε όλο τον κόσμο υπό μορφή αρίστης ξυλεία και κόντρα πλακέ. Έχει χρώμα που ποικίλλει από κίτρινο καφέ έως ανοιχτό κόκκινο καφέ, με ίσα νερά που μερικές φορές είναι κυματοειδή ή σπιράλ. Έχει μέση πυκνότητα 0.53 (530 κιλά/μ³). Έχει την τάση να είναι ρητινώδες. Ξηραίνεται γρήγορα και καλά χωρίς μεγάλες παραμορφώσεις ή σκισίματα, αλλά οι ρόζοι έχουν την τάση να ανοίγουν και να χαλαρώνουν. Παρουσιάζει μικρή κίνηση. Το ξύλο από τις παραθαλάσσιες περιοχές του Ειρηνικού είναι βαρύτερο, σκληρότερο και δυνατότερο από το ξύλο των ορεινών περιοχών.
Δουλεύεται πιο δύσκολα από τα άλλα εμπορικά μαλακά ξύλα, με εργαλεία χεριού ή μηχανικά και στομώνει τα εργαλεία που πρέπει να είναι πάντα καλοακονισμένα. Οι σκληροί ρόζοι μπορεί να δημιουργήσουν προβλήματα. Για καρφώματα, συνίστάται τρύπημα. Βιδώνεται και κολλιέται εύκολα. Σκουραίνει εύκολα με χρωστικές και δίνει πολύ όμορφο φινίρισμα.
Το "Όρεγκον Πάϊν" έχει σαν κύριο χαρακτηριστικό του τη δύναμη του και τη διάθεση του σε μεγάλες διαστάσεις. Είναι από τα πιο γνωστά ξύλα για βαριές οικοδομικές κατασκευές και για δοκάρια σε στέγες. Επίσης χρησιμοποιείται στην ξυλουργική για εσωτερικές και εξωτερικές κατασκευές, πασσάλους, σε κατασκευές για παραθαλάσσιες αποβάθρες, στη ναυπηγική και στη βαρελοποιία.
Στην Ελλάδα εισάγονται, επίσης τα είδη: πόπλαρ (λευκά), κερασιά, καρυδιά, λευκή δρυς, δεσποτάκι ή σφένδαμος ή κελεμπέκι.
Ιρόκο (Chlorophora Excelsa και C. Regia).
Η εμπορική ονομασία Ιρόκο προέρχεται από τη Νιγηρία. Στην Ανατολική Αφρική είναι γνωστό ως Mvule. Φύεται σε όλη την Αφρικανική ήπειρο από Ανατολή έως τη Δύση. Η παραγωγή του αυξήθηκε κατά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο σε αντικατάσταση του τικ. Εξάγεται σε κορμούς διαμέτρου 0,6μ. και 1,3μ. και μήκους άνω των 4μ. και ορθογώνια κοπή με πάχος 16 και 100χλσ., με πλάτος 75 έως και 600χλσ. καμιά φορά και περισσότερο και μήκος 1 έως και 6μ. Επίσης σαν διακοσμητικός καπλαμάς. Φρεσκοκομμένο έχει χρώμα ανοικτό κίτρινο έως ανοικτό καφέ αλλά γρήγορα σκουραίνει σε ένα ομοιόμορφο καφέ. Εκτεθειμένο σε εξωτερικές συνθήκες, σε χρήση σαν κατάστρωμα πλοίου ή έπιπλα κήπου, το χρώμα του ξανοίγει και μοιάζει με τικ. Έχει μέση πυκνότητα 0,64 (648 κιλά/μ³). περίπου όση και το τικ με το οποίο μοιάζει σχετικά αλλά δεν έχει τη χαρακτηριστική λαδωμένη υφή και τη μυρωδιά από δέρμα του τικ.
Ξεραίνεται αρκετά γρήγορα και έχει πολύ μικρή "κίνηση". Όντας ξερό έχει μεγάλη αντοχή στους μύκητες και τα έντομα. Δεν εμποτίζεται αποτελεσματικά από συντηρητικά.
Παρουσιάζει μικρή δυσκολία στην κατεργασία του με εργαλεία χεριού και μηχανικά. Δέχεται κάρφωμα και βίδωμα αρκετά εύκολα. Μετά από στοκάρισμα η επιφάνειά του βερνικώνεται όμορφα. Στις χώρες παραγωγής του το ιρόκο θεωρείται εφάμιλλο του τικ. Στην Ευρώπη χρησιμοποιείται σαν υποκατάστατο του τικ, όντας πολύ φθηνότερο. Βρίσκει επίσης εφαρμογή στη ναυπηγική, στη ξυλουργική υψηλού επιπέδου, σε δημόσια κτήρια, για έπιπλα κήπου, εργαστηριακούς πάγκους και κατασκευή πατωμάτων.
Νιαγκόν - Niangon (Tarrieta Utilis)
Η εμπορική ονομασία του ξύλου προέρχεται από την Ακτή του Ελεφαντοστού. Η ποικιλία την Γκάνα λέγεται Νιαγκόν. Φύεται στις δασώδεις ακτές της Δυτικής Αφρικής από τη Σιέρα Λεόνε. Στη Λιβερία και την Ακτή του Ελεφαντοστού μέχρι τη Γκάνα. Εξάγεται σε ορθογωνική κοπή 25 με 50χλσ. πάχος, 150χλσ. και πάνω πλάτος και μήκος πάνω από 2μ. Μοιάζει με ανοιχτόχρωμο μαόνι αλλά είναι λίγο βαρύτερο με μέση πυκνότητα 0,64 (648 κιλά/μ³) και έχει ρητινώδεις χυμούς που το κάνουν λαδερά σαν το τικ.
Ξηραίνεται αρκετά γρήγορα και έχει μεσαία "κίνηση". Είναι δυνατό σαν το μαόνι, αλλά γενικά σκληρότερο και έχει μεγαλύτερη αντίσταση στο σκίσιμο κλπ. Είναι κατάλληλο για εξωτερική χρήση και πάρα πολύ δύσκολο να εμποτιστεί με συντηρητικά.
Επεξεργάζεται εύκολα με εργαλεία χεριού και μηχανικά. Έχει την τάση να ανοίγει στο κάρφωμα. Οι δυσκολίες στο βερνίκωμα (εξ' αιτίας του λαδιού) ξεπερνιούνται με τη χρήση ενός αλκαλικού διαλύματος. Με την προϋπόθεση στοκαρίσματος βερνικώνεται πολύ καλά.
Εφαρμόζεται ευρέως στην Ευρώπη για εξωτερική και εσωτερική χρήση στην ξυλουργική στο φυσικό του χρώμα. Επίσης χρησιμοποιείται στη ναυπηγική και για πατώματα. Η χρήση του οφείλεται και στη χαμηλή του τιμή σε σχέση με το μαόνι. (Στην Ελλάδα εισάγονται, επίσης τα είδη: αμπουρά - λίμπα, μπετέ, τιάμα, κάγα, εξπελέ, σίπο ή βενγκέ).
Και έτσι σήμερα υπάρχει στη χώρα αυτή 70% περισσότερο δάσος σκληρής ξυλείας, απ' ότι πριν από 40 χρόνια. Στη Σουηδία και στην Φινλανδία, τις μεγαλύτερες παραγωγές ξυλείας στην Δυτική Ευρώπη, η ανάπτυξη των δασών έχει ρυθμό 10% μεγαλύτερο του ρυθμού υλοτόμησης, με κύκλο ζωής του εμπορικού ξύλου τα 70 - 120 χρόνια.
Φυσικά δεν είναι όλα ρόδινα στον πλανήτη μας. Η καταλήστευση των τροπικών δασών το μαρτυρά και στην χώρα μας. Αλλού υπάρχει ορθολογική διαχείριση, αλλού όχι. Η καταστροφή των δασών του Αγίου Όρους και του Άθωνα καθώς και σημαντικών τμημάτων της ελληνικής Ροδόπης είναι τα χειρότερα παραδείγματα.
Τα κομμένα, λοιπόν δέντρα, κόβονται ή ντανιάζονται είτε σαν αξεφάρδιστα (δηλ. με φλοιό στα χόντρητά τους), είτε σαν ξεφαδισμένα (με περισσότερα δηλαδή κοψίματα, γίνονται καθαρές τάβλες σε όλες τους τις πλευρές).
Ακολουθεί ο αερισμός και η ξήρανση, η οποία μπορεί να γίνει είτε με φυσικό - τρόπο (που διαρκεί μέχρι και 4 χρόνια), είτε τεχνητά (σε ξηραντήρια), με χρόνο ξήρανσης 7 έως 10 ημέρες.
Τίποτα σχεδόν δεν μένει ανεκμετάλλευτο από ένα κομμένο δέντρο. Η κορυφή μετατρέπεται συνήθως σε καυσόξυλα, ενώ το πιο κάτω από την κορυφή τμήμα του κορμού έχει πολλές διακλαδώσεις και χρησιμοποιείται για την παραγωγή κυτταρίνης και κόντρα - πλακέ. Το ακόμα πιο κάτω τμήμα έχει επίσης πολλές διακλαδώσεις, γι' αυτό και κόβεται μόνο σε απλά, ορθογωνισμένα ξύλα. Τα δε μεσαία και τα κατώτερα μέρη του κορμού, είναι αυτά που μπορούν να κοπούν σε σανίδες, κορδόνια και πήχεις, δηλαδή είναι αυτά που δίνουν τα υλικά στους ξυλουργούς, επαγγελματίες και ερασιτέχνες.
Ανάλογα με το είδος του δέντρου, το τμήμα του κορμού και το σκοπό για τον οποίον προορίζεται το υλικό, εφαρμόζονται διάφορες μέθοδοι κοπής, Παρατηρώντας την κυκλική, εγκάρσια τομή ενός κορμού, βλέπουμε εξωτερικά το φλοιό, στο κέντρο την λεγόμενη καρδιά ή ψίχα και ενδιάμεσα τους δακτυλίους που φανερώνουν την ηλικία του δέντρου. Οι βασικοί τρόποι με τους οποίους κόβεται ένας κορμός είναι ή "κατά την ακτίνα" ή "κατά τη χορδή" του κύκλου. Τα σύγχρονα πριονιστήρια, λειτουργούν με απόλυτη ακρίβεια κοπής και προσφέρουν πλήρη αξιοποίηση του υλικού.
Πως χαρακτηρίζονται οι διάφοροι τύποι ξυλείας, ανάλογα με το πάχος:
Σκουρέτια: Με πάχος από 1 έως 1,2 εκ.
Μισόταβλες: Με πάχος από 1,8 έως 2 εκ.
Τάβλες ή σανίδες: Με πάχος από 2,5 έως και σε πλάτη 8 - 10 - 12 - 15 εκ. ή και μεγαλύτερα.
Ποντισέλια: Με πάχος 3 έως και 4 εκ.
Πόντοι: Με πάχος 4 έως και 5 εκ.
Παχοσανίδες ή μαδέρια: Με πάχος 5 έως 7 εκ.
Καδρόνια ορθογώνιας ή τετραγωνικής διατομής: Με μια πλευρά 20 εκ. ή και περισσότερο. Συνηθισμένες διατομές 20Χ26 εκ. μέχρι και 30 εκ. η μεγαλύτερη πλευρά.
Τα μήκη για την πριονιστική (πριστή) ξυλεία κυμαίνονται συνήθως μεταξύ τεσσάρων και έξι μέτρων.
3. Αμερικάνικα ξύλα
Πιτσπαϊν - Pitch Pine (Pinus Palustris)
Φύεται στις Δυτικές ΗΠΑ. Μολονότι στη διεθνή αγορά έχει και άλλα εμπορικά ονόματα, στη χώρα μας η εμπορική του ονομασία είναι μόνο "πιτς πάϊν". Έχει χρώμα πορτοκαλί έως κόκκινο καφέ και είναι ρητινώδες. Ημέση πυκνότητά του είναι 0,67 (660 - 690 κιλά/μ³).
Το "πιτς πάϊν" είναι γενικά δυνατότερο και βαρύτερο από τα υπόλοιπα εν χρήσει μαλακά ξύλα. Ξηραίνεται αρκετά αργά και έχει την τάση να σκίζεται. Φυραίνει πολύ, αλλά σαν ξύλο είναι γνωστό για την σταθερότητά του, όταν έχει ξηρανθεί με σωστή διαδικασία. Σε ότι αφορά στις μηχανικές του ιδιότητες, κατατάσσεται στην ίδια κατηγορία με το "όρεγκον πάϊν" και το άγριο πεύκο.
Δουλεύεται αρκετά δύσκολα και το ξηραμένο σωστά ξύλο δίνει λεία επιφάνεια αν και το ρετσίνι ενίοτε δημιουργεί προβλήματα. Καρφώνεται και βιδώνεται καλά, κολλιέται αρκετά καλά και δίνει ικανοποιητικά αποτελέσματα με βερνίκια στο τελικό του φινίρισμα.
Το "πιτς πάϊν" χρησιμοποιείται κατεξοχήν στις οικοδομικές κατασκευές στις Δυτικές ΗΠΑ. Οι καλλιεργούμενες ποικιλίες χρησιμοποιούνται για χαρτοπολτό. Από το ρετσίνι του κατασκευάζονται μεγάλες ποσότητες νεφτιού. Στη χώρα μας χρησιμοποιείται σαν οικοδομική ξυλεία (κουφώματα) στην επιπλοποιία, στη ναυπηγική και για ελαφρά πατώματα, σαν επένδυση ρομποτέ για τοίχους και ταβάνια και σαν διακοσμητικός καπλαμάς, με την ονομασία "καρολάϊν πάϊν".
Ορεγγκον Πάϊν - Douglas Fir (Pseudotsuga Menziesll)
Φύεται στις Δυτ. ΗΠΑ και Καναδά. Καλλιεργείται στο Ην. Βασίλειο, Νέα Ζηλανδία και Αυστραλία. Στις περιοχές όπου είναι αυτοφυές συχνά μεγαλώνει σε ύψος έως και 50μ. και με πάχος κορμού έως 1,5μ. Πολλές φορές δεν έχει καθόλου κλαδιά έως ύψος 30μ. . Συνήθως διατίθεται ξεφαρδισμένο σε πάχη έως 100 χλσ. , πλάτος έως 300 χλσ. και μήκη 4,2μ. με 4,8μ. Γενικώς εξάγεται σε όλο τον κόσμο υπό μορφή αρίστης ξυλεία και κόντρα πλακέ. Έχει χρώμα που ποικίλλει από κίτρινο καφέ έως ανοιχτό κόκκινο καφέ, με ίσα νερά που μερικές φορές είναι κυματοειδή ή σπιράλ. Έχει μέση πυκνότητα 0.53 (530 κιλά/μ³). Έχει την τάση να είναι ρητινώδες. Ξηραίνεται γρήγορα και καλά χωρίς μεγάλες παραμορφώσεις ή σκισίματα, αλλά οι ρόζοι έχουν την τάση να ανοίγουν και να χαλαρώνουν. Παρουσιάζει μικρή κίνηση. Το ξύλο από τις παραθαλάσσιες περιοχές του Ειρηνικού είναι βαρύτερο, σκληρότερο και δυνατότερο από το ξύλο των ορεινών περιοχών.
Δουλεύεται πιο δύσκολα από τα άλλα εμπορικά μαλακά ξύλα, με εργαλεία χεριού ή μηχανικά και στομώνει τα εργαλεία που πρέπει να είναι πάντα καλοακονισμένα. Οι σκληροί ρόζοι μπορεί να δημιουργήσουν προβλήματα. Για καρφώματα, συνίστάται τρύπημα. Βιδώνεται και κολλιέται εύκολα. Σκουραίνει εύκολα με χρωστικές και δίνει πολύ όμορφο φινίρισμα.
Το "Όρεγκον Πάϊν" έχει σαν κύριο χαρακτηριστικό του τη δύναμη του και τη διάθεση του σε μεγάλες διαστάσεις. Είναι από τα πιο γνωστά ξύλα για βαριές οικοδομικές κατασκευές και για δοκάρια σε στέγες. Επίσης χρησιμοποιείται στην ξυλουργική για εσωτερικές και εξωτερικές κατασκευές, πασσάλους, σε κατασκευές για παραθαλάσσιες αποβάθρες, στη ναυπηγική και στη βαρελοποιία.
Στην Ελλάδα εισάγονται, επίσης τα είδη: πόπλαρ (λευκά), κερασιά, καρυδιά, λευκή δρυς, δεσποτάκι ή σφένδαμος ή κελεμπέκι.
Ιρόκο (Chlorophora Excelsa και C. Regia).
Η εμπορική ονομασία Ιρόκο προέρχεται από τη Νιγηρία. Στην Ανατολική Αφρική είναι γνωστό ως Mvule. Φύεται σε όλη την Αφρικανική ήπειρο από Ανατολή έως τη Δύση. Η παραγωγή του αυξήθηκε κατά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο σε αντικατάσταση του τικ. Εξάγεται σε κορμούς διαμέτρου 0,6μ. και 1,3μ. και μήκους άνω των 4μ. και ορθογώνια κοπή με πάχος 16 και 100χλσ., με πλάτος 75 έως και 600χλσ. καμιά φορά και περισσότερο και μήκος 1 έως και 6μ. Επίσης σαν διακοσμητικός καπλαμάς. Φρεσκοκομμένο έχει χρώμα ανοικτό κίτρινο έως ανοικτό καφέ αλλά γρήγορα σκουραίνει σε ένα ομοιόμορφο καφέ. Εκτεθειμένο σε εξωτερικές συνθήκες, σε χρήση σαν κατάστρωμα πλοίου ή έπιπλα κήπου, το χρώμα του ξανοίγει και μοιάζει με τικ. Έχει μέση πυκνότητα 0,64 (648 κιλά/μ³). περίπου όση και το τικ με το οποίο μοιάζει σχετικά αλλά δεν έχει τη χαρακτηριστική λαδωμένη υφή και τη μυρωδιά από δέρμα του τικ.
Ξεραίνεται αρκετά γρήγορα και έχει πολύ μικρή "κίνηση". Όντας ξερό έχει μεγάλη αντοχή στους μύκητες και τα έντομα. Δεν εμποτίζεται αποτελεσματικά από συντηρητικά.
Παρουσιάζει μικρή δυσκολία στην κατεργασία του με εργαλεία χεριού και μηχανικά. Δέχεται κάρφωμα και βίδωμα αρκετά εύκολα. Μετά από στοκάρισμα η επιφάνειά του βερνικώνεται όμορφα. Στις χώρες παραγωγής του το ιρόκο θεωρείται εφάμιλλο του τικ. Στην Ευρώπη χρησιμοποιείται σαν υποκατάστατο του τικ, όντας πολύ φθηνότερο. Βρίσκει επίσης εφαρμογή στη ναυπηγική, στη ξυλουργική υψηλού επιπέδου, σε δημόσια κτήρια, για έπιπλα κήπου, εργαστηριακούς πάγκους και κατασκευή πατωμάτων.
Νιαγκόν - Niangon (Tarrieta Utilis)
Η εμπορική ονομασία του ξύλου προέρχεται από την Ακτή του Ελεφαντοστού. Η ποικιλία την Γκάνα λέγεται Νιαγκόν. Φύεται στις δασώδεις ακτές της Δυτικής Αφρικής από τη Σιέρα Λεόνε. Στη Λιβερία και την Ακτή του Ελεφαντοστού μέχρι τη Γκάνα. Εξάγεται σε ορθογωνική κοπή 25 με 50χλσ. πάχος, 150χλσ. και πάνω πλάτος και μήκος πάνω από 2μ. Μοιάζει με ανοιχτόχρωμο μαόνι αλλά είναι λίγο βαρύτερο με μέση πυκνότητα 0,64 (648 κιλά/μ³) και έχει ρητινώδεις χυμούς που το κάνουν λαδερά σαν το τικ.
Ξηραίνεται αρκετά γρήγορα και έχει μεσαία "κίνηση". Είναι δυνατό σαν το μαόνι, αλλά γενικά σκληρότερο και έχει μεγαλύτερη αντίσταση στο σκίσιμο κλπ. Είναι κατάλληλο για εξωτερική χρήση και πάρα πολύ δύσκολο να εμποτιστεί με συντηρητικά.
Επεξεργάζεται εύκολα με εργαλεία χεριού και μηχανικά. Έχει την τάση να ανοίγει στο κάρφωμα. Οι δυσκολίες στο βερνίκωμα (εξ' αιτίας του λαδιού) ξεπερνιούνται με τη χρήση ενός αλκαλικού διαλύματος. Με την προϋπόθεση στοκαρίσματος βερνικώνεται πολύ καλά.
Εφαρμόζεται ευρέως στην Ευρώπη για εξωτερική και εσωτερική χρήση στην ξυλουργική στο φυσικό του χρώμα. Επίσης χρησιμοποιείται στη ναυπηγική και για πατώματα. Η χρήση του οφείλεται και στη χαμηλή του τιμή σε σχέση με το μαόνι. (Στην Ελλάδα εισάγονται, επίσης τα είδη: αμπουρά - λίμπα, μπετέ, τιάμα, κάγα, εξπελέ, σίπο ή βενγκέ).